ανθιβόλιον

ανθιβόλιον
ανθίβολον τό трафарет

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "ανθιβόλιον" в других словарях:

  • ανθιβόλι — και αθιβόλι, το (Μ ἀνθιβόλιον και ἀνθίβολον) παραδοσιακή τεχνική για την αντιγραφή εικόνων στη χριστιανική αγιογραφία με χρησιμοποίηση διαφανούς χαρτιού. [ΕΤΥΜΟΛ. < αντιβόλιον («το αντίγραφο κατόπιν παραβολής») < αντι* + βάλλω] …   Dictionary of Greek

  • αντιβόλαιον — ἀντιβόλαιον, το (Μ) 1. ακριβές χειρόγραφο προς το οποίο συγκρίνονται τα αντίγραφα 2. το ανθιβόλιον* …   Dictionary of Greek

  • θιβόλι — το αντιβόλαιον*, υπόδειγμα, σχέδιο από χαρτί ή και μέταλλο, χνάρι. [ΕΤΥΜΟΛ. < ανθιβόλιον < αντιβόλιον < αντί + βάλλω] …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»